ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

valuta σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
valuta

νόμισμα◼◼◼

συνάλλαγμα◼◼◻

μετρητά◼◻◻

χρήμα◼◻◻

valuta váltás

ανταλαγή νομίσματος

valutanem

νόμισμα◼◼◼

Nemzetközi Valuta Alap

Διεθνές Νομισματικό Ταμείο