ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

valószínűség σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
valószínűség

πιθανότητα◼◼◼

ενδεχόμενο◼◼◻

συγκυρία

υποχρέωση

valószínűségelmélet

θεωρία πιθανοτήτων

valószínűségszámítás

θεωρία πιθανοτήτων

Το ιστορικό σας