ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ugrik σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ugrik

άλμα

πηδάω

σαλντώ

σαλτάρω

beugrik

(vhova rövid időre) περνώ (-άω, περάσω)

Το ιστορικό σας