ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tumor σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tumor

νεόπλασμα

όγκος

objektumorientált

αντικειμενοστρεφής

Objektumorientált programozás

Αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός