ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

torkolat σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
torkolat

εκβολές◼◼◼

εκβολή◼◻◻

στόμιο◼◻◻

συμβολή◼◻◻

στόμα

(folyó)torkolati biológia

βιολογία ποταμοκόλπων

torkolati természetvédelmi terület

προστατευόμενη περιοχή εκβολών ποταμού (ποταμόκολπου)

deltatorkolat

δέλτα

folyótorkolat

εκβολές◼◼◼

εκβολή◼◼◻

στόμιο◼◻◻

folyótorkolati biológia

βιολογία ποταμοκόλπων

folyótorkolati szennyezés

ρύπανση εκβολής ποταμού

tölcsértorkolat

εκβολή

εκβολή ποταμού

Το ιστορικό σας