ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tizenhét σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tizenhét

δεκαεπτά (dekaeptá)◼◼◼

δεκαεφτά◼◻◻

tizenhét (17)

δεκαεπτά (17)◼◼◼

Το ιστορικό σας