ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

természetvédelmi terület σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
természetvédelmi terület

φυσικό καταφύγιο (εκτροφείο θηραμάτων)◼◼◼

Európai természetvédelmi terület

ευρωπαϊκό φυσικό καταφύγιο

integrált természetvédelmi terület

ολοκληρωμένο φυσικό καταφύγιο

torkolati természetvédelmi terület

προστατευόμενη περιοχή εκβολών ποταμού (ποταμόκολπου)

Το ιστορικό σας