Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
πυροδότηση/έναυση/τροφοδοσία πυράς/ψήσιμο/βολή/πυρά▼
μονάδα (εργοστάσιο) που λειτουργεί με (χρησιμοποιεί) αέριο▼
μονάδα παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα▼
↑