ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tényleges σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tényleges

πραγματικός◼◼◼

συναφής◼◻◻

ténylegesen

αποτελεσματικά◼◼◼

Το ιστορικό σας