ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

táska σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
táska

τσάντα◼◼◼

τσάντα (η)◼◼◼

σακούλα◼◼◻

σακούλα (sakúla)◼◼◻

τσέπη◼◻◻

σάκος

σάκος (sákos)

τσουβάλι

aktatáska

χαρτοφύλακας◼◼◼

χαρτοφυλάκιο

kézitáska

βαλίτσα

Το ιστορικό σας