ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szexuális irányultság σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szexuális irányultság

σεξουαλικός προσανατολισμός◼◼◼

Το ιστορικό σας