ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szexel σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szexel

αφροδισιάζω

κάνω σεξ

συνευρίσκομαι

συνουσιάζομαι

Το ιστορικό σας