ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szakács σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szakács

μάγειρος

μάγειρος (mágeiros)

μαγείρισσα

μαγείρισσα (mageírissa)

μαγειρεύω

szakácskönyv

τσελεμεντές

szakács

μαγείρισσα

szakács / séf

σεφ

Το ιστορικό σας