ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

sértés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
sértés

επίθεση◼◼◼

προσβολή◼◻◻

bosszút álltam a sértésért

πήρα εκδίκηση για την προσβολή

jogsértés

παράβαση◼◼◼

sértés

πειρασμός

megsértés

παράβαση◼◼◼

παραβίαση◼◼◼

καταστρατήγηση◼◻◻

szabálysértés

παράβαση◼◼◼

παραβίαση◼◼◻

törvénysértés

παράβαση◼◼◼

παραβίαση◼◻◻

κάταγμα

παράβαση/παραβίαση/κάταγμα

Το ιστορικό σας