ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

puszil σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
puszil

ασπάζομαι

ασπάζομαι (aspazome)

δίνω φιλί (dino fili)

φιλί

φιλώ

φιλώ (filó)

Το ιστορικό σας