ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

penge σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
penge

λεπίδα◼◼◼

λάμα◼◻◻

κόψη

πτερύγιο

φύλλο

penge

πλήκτρο

borotvapenge

λεπίδα ξυραφιού

ξυραφάκι

Το ιστορικό σας