ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

padló σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
padló

έδαφος◼◼◼

πυθμένας◼◻◻

όροφος◼◻◻

πάτωμα, το

padlószőnyeg

μοκέτα◼◼◼

Το ιστορικό σας