ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

pótol σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
pótol

αναπληρωτής◼◼◼

προμήθεια◼◼◼

υποκατάστατο◼◼◼

kárpótol

αποζημιώνω

Το ιστορικό σας