ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

olajt meg/lekötő szer σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
olajt meg/lekötő szer

πηκτικός παράγοντας του πετρελαίου

Το ιστορικό σας