ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mindenhol σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
mindenhol

οπουδήποτε◼◼◼

όπου◼◼◼

πανταχού◼◼◻

παντού◼◼◻

απανταχού

mindenhol, mindenhova

παντού