ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

megsüt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
megsüt

μαγειρεύω

φρυγανίζω

φρύγω

ψήνομαι

ψήνω

Το ιστορικό σας