Ενεργοποιήστε τη Javascript για να χρησιμοποιήσετε το λεξικό! Πώς να ενεργοποιήσω τη Javascript;
θανάτωση▼◼◼◼
σκοτώσει▼◼◼◼
θανατώνω (thanatóno)▼
σκοτώνω▼
σκοτώνω (skotóno)▼
φονεύω▼
φονεύω (fonévo)▼
↑