ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σκοτώνω (skotóno) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σκοτώνω (skotóno)

gyilkol

megöl

öl

Το ιστορικό σας