ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

megítél σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
megítél

δικαστής◼◼◼

megítélés

κρίση◼◼◼

άποψη◼◼◼

απόφαση◼◼◼

γνώμη◼◼◻

διακριτική ευχέρεια◼◼◻

διάκριση◼◼◻

διάθεση◼◻◻

στάση◼◻◻

Το ιστορικό σας