ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

maximum σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
maximum

ανώτατο όριο◼◼◼

το πολύ◼◼◻

μέγιστος◼◼◻

nagyon, túl(ságosan), το πολύ legfeljebb, maximum

πολύ

Το ιστορικό σας