ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

masina σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
masina

μηχάνημα (michánima)

μηχανή (michaní)

μηχανισμός (michanismós)

Το ιστορικό σας