ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

mélység σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
mélység

βάθος◼◼◼

άβυσσος

βαθύτητα

βυθός

χάσμα

mélységesen

βαθιά◼◼◼

Το ιστορικό σας