ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

leejt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
leejt

μου πέφτει (-σει) (από τα χέρια)

vigyázz, nehogy leejtsd a telefont!

πρόσεχε να μη σου πέσει το τηλέφωνο (από τα χέρια)!

Το ιστορικό σας