ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lecsapolás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lecsapolás

αποστράγγιση◼◼◼

αποξήρανση◼◻◻

αποχέτευση◼◻◻

αποστράγγιση/αποξήρανση

tározó lecsapolás

αποστράγγιση φράγματος

Το ιστορικό σας