ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lakozik σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lakozik

διαμένω

csatlakozik

ενώνω

προσχωρώ (-ήσω)

συνάπτω

συνένωση

συνενώνω

συντάσσομαι

Το ιστορικό σας