ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lépcsőfok σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lépcsőfok

βαθμίδα◼◼◼

φάση◼◻◻

το σκαλοπάτι

Το ιστορικό σας