ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

látszik σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
látszik

έκθεση◼◼◼

όψη◼◼◻

φαίνομαι

φαίνομαι (φανώ, φάνηκα)

látszik, hogy...

φαίνεται ότι...

(+ alanyeset) látszik, tűnik vmilyennek

φαίνομαι

mutat, (+ alanyeset) látszik vmilyennek

δείχνω (δείξω)

nem annyira okos, amennyire látszik

δεν είναι τόσο έξυπνος όσο δείχνει,

Το ιστορικό σας