ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

lánya σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lánya

θυγατέρα◼◼◼

κόρη◼◼◻

κορίτσι

παιδί

vki lánya

κόρη (η)

Το ιστορικό σας