ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

korona σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
korona

κορόνα◼◼◼

κορώνα◼◼◻

στέμμα◼◻◻

κορυφή◼◻◻

στεφάνη◼◻◻

στεφάνι

koronavírus

κοροναϊός◼◼◼

κορονοϊός

Dán korona

Κορόνα Δανίας

Déli Korona

Στέφανος Νότιος

lombkorona

φύλλωμα

Norvég korona

Κορόνα Νορβηγίας

Svéd korona

Κορόνα Σουηδίας

Északi Korona

Στέφανος Βόρειος

Északi Korona csillagkép

Στέφανος Βόρειος

Το ιστορικό σας