ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kompetencia σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kompetencia

αρμοδιότητα◼◼◼

törvényhozói kompetencia

νομοθετική αρμοδιότητα

Το ιστορικό σας