ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kitalál σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kitalál

(vmit) μαντεύω (-ψω), βρίσκω (βρω, βρήκα)

εφευρίσκω

jósol, kitalál

μαντεύω

Το ιστορικό σας