ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kifogás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kifogás

εξαίρεση◼◼◼

λήψη◼◼◻

δικαιολογία◼◻◻

αφορμή

ενόχληση

η πρόφαση, η δικαιολογία

kifogások...

δικαιολογίες...

kifogásol

αντικείμενο◼◼◼

kifogástalan

άψογος (-η-ο)

Το ιστορικό σας