ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kicserélné a lepedőket, kérem? σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kicserélné a lepedőket, kérem?

θα μπορούσατε παρακαλώ να μου αλλάξετε τα σεντόνια;