ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kemény σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kemény

σκληρός◼◼◼

σκληρός (-ή-ό)◼◼◼

γρήγορα◼◼◻

στερεός◼◼◻

γερός

πρωινό

σκληρός / σκληρή / σκληρό

bőrkeményedés

κάλος

Το ιστορικό σας