ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kabát σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kabát

μπουφάν◼◼◼

σακάκι◼◼◻

μαντό◼◻◻

αμπέχονο

επίχρισμα

επενδύτης

μανδύας

παλτό (το)

πανωφόρι

το παλτό

a tolvaj bedugott egy ikont a kabátja alá

ο κλέφτης έχωσε μία εικόνα κάτω από το παλτό του

elvehetem a kabátod? elvehetem a kabátokat?

μπορώ να πάρω το παλτό σου;

esőkabát

αδιάβροχο

πανωφόρι

kiskabát

σακάκι

Το ιστορικό σας