ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kétel σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kétel

αμφιβάλλω

kételkedik

αμφιβολία◼◼◼

αμφιβάλλω

kételkedik vmiben

αμφιβάλλω (αμφιβάλω) (+ για)

kétely

αμφιβολία◼◼◼

ερώτημα◼◻◻

απορία◼◻◻

αμφιβάλλω

Το ιστορικό σας