ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αμφιβάλλω (αμφιβάλω) (+ για) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αμφιβάλλω (αμφιβάλω) (+ για)

kételkedik vmiben