ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kávéház σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kávéház

μπαρ◼◼◼

καφέ

καφές

καφενείο

καφενείο (kafenío)

καφετέρια

το καφενείο, (elegáns) η καφετέρια

kávéház, kávézó

καφετέρια (η)

Το ιστορικό σας