ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

καφενείο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
καφενείο

kávé

kávéház

kávézó

καφενείο (kafenío)

kávéház

το καφενείο, (elegáns) η καφετέρια

kávéház