ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kábító σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kábító

αναισθητικό◼◼◼

kábítószer

ναρκωτικά◼◼◼

ναρκωτικό◼◻◻

φάρμακο◼◻◻

το ναρκωτικό

Το ιστορικό σας