ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

jégeső σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
jégeső

χαλάζι (chalázi)◼◼◼

το χαλάζι◼◻◻

χαλαζόπτωση◼◻◻

χάλαζα

jégeső esett

έπεσε χαλάζι

jégesőnek esni

να ρίξει χαλάζι

jégesőszem / jégszem

χαλάζι

Το ιστορικό σας