ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

illeték σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
illeték

εισφορά◼◼◼

είσπραξη φόρου

εισφορά/είσπραξη φόρου/επιστράτευση

επιστράτευση

illetékes

υπεύθυνος◼◼◼

zajkibocsátási illeték

εισφορά εκπομπής θορύβου

Το ιστορικό σας