ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hatalom σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hatalom

εξουσία◼◼◼

αρχές◼◼◻

δυνατότητα◼◼◻

ικανότητα◼◼◻

δυνάμεις◼◻◻

δύναμη◼◻◻

η εξουσία◼◻◻

ισχύς◼◻◻

αρχή◼◻◻

κυβέρνηση◼◻◻

επιρροή (epirroí)◼◻◻

βία◼◻◻

κύρος◼◻◻

πλευρά

μπορώ

a tudás hatalom

η γνώση είναι δύναμη

politikai hatalom

πολιτική εξουσία

rendőri hatalom

αστυνομική εξουσία (αρχή)

Το ιστορικό σας