ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hajtóanyag σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hajtóanyag

προωθητικό (μέσο)/προωστική ύλη◼◼◼

προωστικό◼◼◻

καύσιμο◼◼◻

Το ιστορικό σας