ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hó σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
nap

φεγγάρι

φεγγάρι (fengári)

napos

πρώην◼◼◼

pehely

νιφάδα◼◼◼

νιφάδα (nipháda)◼◼◼

χιονονιφάδα

pihe

νιφάδα

νιφάδα (nipháda)

párduc

ίρβις

ίρβις (írvis)

λευκή λεοπάρδαλη

rusz

Ώρος

seás

Ωσηέ

vihar

χιονοθύελλα

virág

αγίοκλιμα

a következő nap

τον επόμενο μήνα◼◼◼

a vízum három napig érvényes

η βίζα ισχύει για τρεις μήνες

az előző nap

τον περασμένο μήνα

boc

κλόουν◼◼◼

γελωτοποιός

παλιάτσος

e nap

αυτό το μήνα

egy nappal ezelőtt

πριν ένα μήνα

epelyag

χοληδόχος κύστη◼◼◼

χολή

esik a

χιονίζει

három napos próbaidő van

υπάρχει μια δοκιμαστική περίοδος τριών μηνών

húgylyag

κύστη◼◼◼

ουροδόχος κύστη◼◼◻

θόρυβος

σαματάς

ko

κλίβανος◼◼◼

υψικάμινος◼◼◻

καμίνι

φούρνος

Kolopni Xenophanész

Ξενοφάνης

kuny

καλύβα

υπόστεγο

két napon belül vagy két hét múlva

σε δυο μήνες

körülbelül két napja játsszák

έχει βγει εδώ και δυο μήνες

123

Το ιστορικό σας